-
1 негде
негде: \негде сесть δεν υπάρχει θέση· мне \негде сесть δεν έχω πού να καθήσω* * *не́где сесть — δεν υπάρχει θέση
мне не́где сесть — δεν έχω πού να καθήσω
-
2 негде
επίρ.1. δεν υπάρχει μέρος•негде сесть δεν υπάρχει μέρος να καθήσω•
ему негде жить αυτός δεν έχει που να ζήσει•
яблоку негде упасть (για συνωστισμό) δεν πέφτει μήλο.
2. πουθενά, ουδαμού, από που•негде достать πουθενά δεν μπορώ να φτάσω (να βρω)•
мне негде взять деньги εγώ δεν έχω από που να πάρω χρήματα.
3. παλ. κάπου.